Κυριακή 28 Αυγούστου 2011

Η Κύπρος μεταξύ Βυζαντίου και Αράβων


Εισαγωγή

Η Κύπρος ως κομμάτι της ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας



Η Κύπρος από τις απαρχές της ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας αποτελούσε μια ξεχωριστή επαρχία (provincia) που ανήκε στη Διοίκηση της Ανατολής (με έδρα την Αντιόχεια)  που με τη σειρά της υπαγόταν στην Επαρχότητα της Ανατολής (praefectura praetorio per orientem) και διοικείτο από έναν έπαρχο πραιτωρίων (Praefectus praetorio) . Από νωρίς το νησί ενεπλάκη στις διαμάχες για την εξουσία στο εσωτερικό του κράτους καθώς ο Λικίνιος υποχρέωσε τους κατοίκους του να τον ενισχύσουν στην πολεμική του προσπάθεια κατά του Μεγάλου Κωνσταντίνου (323-324 μ.Χ) εφόσον διοικητικά άνηκε στη σφαίρα επιρροής του . Η ήττα του Λικινίου τελικά έθεσε το νησί και όλο το κράτος κάτω από τον έλεγχο του μονοκράτορα πλέον Κωνσταντίνου[1] .
Μια από τις πρώτες κινήσεις του νέου αυτοκράτορα ήταν να θωρακίσει το νησί αμυντικά ώστε να αντιμετωπισθούν οι διαρκείς πειρατικές επιδρομές εναντίον του ήταν να στείλει ένα διοικητή της απολύτου εμπιστοσύνης του ώστε να αναλάβει την εξουσία εκεί . Ο άνθρωπος όμως αυτός που ονομαζόταν Καλόκαιρος δεν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες του ηγεμόνα του και όχι μόνο αυτό , αλλά λίγο καιρό μετά μάλιστα θέλησε να οικειοποιηθεί την εξουσία και ανακήρυξε τον εαυτό του ανεξάρτητο ηγεμόνα της Κύπρου . Το στασιαστικό αυτό κίνημα όμως δεν ευδοκίμησε καθώς σύντομα κατεστάλη και ο πρωταίτιος του συνελήφθη και θανατώθηκε στην πυρά στην Ταρσό της Κιλικίας [2].


Σάββατο 16 Απριλίου 2011

Α' και Β' Πολιορκίες της Κωνσταντινούπολης από τους Άραβες


Η άνοδος του αραβικού κινδύνου


Ήδη από την εποχή του αυτοκράτορα Ηρακλείου οι Άραβες έδειξαν τις επεκτατικές τους διαθέσεις εις βάρος της Βυζαντινής αυτοκρατορίας διαδεχόμενοι τους Σασσανίδες Πέρσες στη θέση της πλέον σημαντικής απειλής στα ανατολικά σύνορα της Αυτοκρατορίας .
Σταδιακά , και εκμεταλλευόμενοι την τρομακτική εξασθένηση των Σασσανιδών οι διάδοχοι του Προφήτη Μωάμεθ εξαπέλυσαν σειρά πολέμων με στόχο να υποτάξουν τους «απίστους» στο Ισλάμ και να επεκτείνουν την κυριαρχία τους πέραν της Αραβικής χερσονήσου .
Κύριος αντίπαλος τους στην προσπάθεια αυτή ήταν οι Βυζαντινοί (ή  σωστότερα η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ) που κατείχαν την Αίγυπτο , τη Μεσοποταμία , την Παλαιστίνη , περιοχές δηλαδή ζωτικού ενδιαφέροντος για τους Άραβες χαλίφηδες .
Απέναντι στην αραβική επιθετικότητα και τις επεκτατικές τους βλέψεις , οι Βυζαντινοί αντέταξαν μια νωθρότητα που πήγαζε κυρίως από την κούραση που είχε δημιουργήσει η μακρόχρονη αντιπαράθεση με τους Σασσανίδες . Υποτίμησαν τον κίνδυνο και έτσι η αντίδραση τους ήταν εξαιρετικά αργή και σπασμωδική . Ήδη από το 633 μ.Χ είχε ξεκινήσει η διείσδυση των μουσουλμανικών δυνάμεων στη Συρία ενώ την άνοιξη και το καλοκαίρι του 634 μ.Χ τα στρατεύματα της αυτοκρατορίας συγκρούστηκαν στην Παλαιστίνη (κοντά στη Γάζα ) και βορειότερα και ηττήθηκαν από τους Άραβες .  Στα τέλη του ίδιου έτους και μέσα στο 635 μ.Χ  οι Βυζαντινοί έχασαν σημαντικά ερείσματα τους στην περιοχή όπως η Σκυθόπολη , η Δαμασκός και η Έμεσα . Το 636 μ.Χ ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις που απέστειλε στην περιοχή ο αυτοκράτορας Ηράκλειος συνετρίβησαν στην αποφασιστικής σημασίας μάχη στον ποταμό Ιερομίακα (Γιαρμούκ) [1]. Η ήττα αυτή ήταν το τελικό χτύπημα στο ήδη αποσαθρωμένο αμυντικό σύστημα των Βυζαντινών στην ευρύτερη περιοχή της Συρίας και της Παλαιστίνης και είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια της Αιγύπτου και των ανατολικών επαρχιών της αυτοκρατορίας .
Σταδιακά η  αραβική προέλαση οδήγησε σε κατάκτηση της Μεσοποταμίας ενώ οι βλέψεις των Αράβων έφταναν ως την Κωνσταντινούπολη , η κατάληψη της οποίας θα ήταν η ζωτικής σημασίας κίνηση που θα κατέλυε την αυτοκρατορία .

Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2011

Η πολιορκία και η Άλωση της Θεσσαλονίκης






29 IOYΛΙΟΥ 904 μ.Χ
Οι Θεσσαλονικείς πληροφορήθηκαν για την επικείμενη επίθεση των Αράβων από τον απεσταλμένο του αυτοκράτορα λίγες μέρες πριν φτάσει ο στόλος τους στα ανοιχτά της πόλης[1] .  Η πόλη ήταν απροετοίμαστη ως τότε αφού τα τείχη τα θαλάσσια ήταν σχετικά χαμηλά και όχι σε καλή κατάσταση και αυτό γέμισε με τρόμο τους απειροπόλεμους κατοίκους της[2] .
Νέος απεσταλμένος του Λέοντα έφθασε όμως με στόχο να βοηθήσει στην άμυνα της πόλης. Ονομαζόταν Πετρωνάς και είχε το αξίωμα του Πρωτοσπαθαρίου[3]. Διαπίστωσε άμεσα πως ήταν αδύνατο να ψηλώσουν τα τείχη σε τέτοιο βαθμό ώστε να καταστούν απρόσβλητα από τα εχθρικά πλοία που διέθεταν υπερυψωμένη πρύμνη και μέσα σε ένα τόσο σύντομο χρονικό διάστημα . Έτσι έθεσε σε εφαρμογή ένα άλλο φιλόδοξο σχέδιο που εμφάνιζε πολλές πιθανότητες επιτυχίας . Συγκέντρωσε μάρμαρα και άλλους λίθους από το αρχαιοελληνικό  νεκροταφείο της πόλης και άρχισε να τις ποντίζει στη θάλασσα ώστε αυτή να καταστεί αβαθής με αποτέλεσμα να μην μπορούν να προσεγγίσουν σε μικρή απόσταση τα εχθρικά πλοία τα θαλάσσια τείχη[4] .
Ήταν μια έξυπνη λύση που πολύ πιθανώς θα βοηθούσε σημαντικά την αμυντική προσπάθεια αλλά δεν προχώρησε αφού σύντομα ήρθε νέος αξιωματούχος για  αναλάβει την διοίκηση της πόλης . Ήταν ο Λέοντας Χατζιλάκης ή Χατζιλάκιος , που είχε διαφορετικές αντιλήψεις επί του πρακτέου με τον Πετρωνά [5]. Έτσι διέταξε να σταματήσουν οι εργασίες για την μείωση του βάθους της θάλασσας και έστρεψε την προσοχή του αλλά και το εργατικό δυναμικό της πόλης στην επισκευή των θαλασσίων τειχών και την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ανύψωση τους[6] .
Παράλληλα έφθαναν συνεχώς πρόσφυγες που διέδιδαν πληροφορίες και φήμες για την προσέγγιση του Αραβικού στόλου . Οι αφηγήσεις για τη συμπεριφορά των Μουσουλμάνων ήταν τρομερές και γέμισαν με μεγαλύτερο φόβο τις καρδιές των Θεσσαλονικέων [7].
Η ατυχία χτύπησε όμως ξανά , γιατί ο Χατζιλάκης που ήταν υπεύθυνος για την άμυνα τραυματίστηκε πέφτοντας από το άλογο του έχοντας πάρει να υποδεχθεί τον Νικήτα έναν ακόμη στρατηγό που είχε παρουσιαστεί για να βοηθήσει [8].
Οι εργασίες στα τείχη προχωρούσαν αλλά ήταν προφανές πως δεν υπήρχε χρόνος για να αποκατασταθούν τα κακώς κείμενα τόσων ετών. Αποφασίστηκε λοιπόν να κατασκευαστούν ξύλινοι πύργοι στα πιο αδύναμα σημεία του θαλασσίου τείχους , αρκετά ψηλοί ώστε να επιτρέπουν την ασφαλή χρήση τόξων από τους υπερασπιστές της πόλης [9]. Βέβαια δεν υπήρχαν ψευδαισθήσεις για το κατά πόσο επαρκούσαν οι δυνάμεις που προστάτευαν την πόλη . Οι Θεσσαλονικείς ήταν απειροπόλεμοι και έπρεπε να αναζητηθεί βοήθεια από τις γύρω περιοχές , ιδίως από Σκλαβηνούς που κατοικούσαν κοντά στη Θεσσαλονίκη [10]. Παρά όμως τις εκκλήσεις των διοικητών της Θεσσαλονίκης ήταν πολύ λίγοι αυτοί που παρουσιάστηκαν για να συνδράμουν στην άμυνα της πόλης , ενώ ο στρατηγός του γειτονικού θέματος του Στρυμόνα αδιαφόρησε εντελώς και δεν έκανε το παραμικρό για να βοηθήσει[11] .
Έχοντας χάσει λοιπόν κάθε ελπίδα για εξωτερική βοήθεια οι Θεσσαλονικείς άρχισαν να προετοιμάζονται ψυχολογικά ξέροντας πως αν δεν τα κατάφερναν να αποκρούσουν την επίθεση η πόλη τους θα καταστρεφόταν ολοκληρωτικά και οι ζωές τους φυσικά θα αντιμετώπιζαν μια μοίρα δυσάρεστη  , που πιθανότητα θα κατέληγε στο θάνατο ή τη σκλαβιά [12].
Τα αραβικά πλοία φάνηκαν στις 2 Ιουλίου και οι υπερασπιστές της πόλης παρατάχθηκαν στα τείχη έτοιμοι για μάχη . Από τις επάλξεις μπορούσαν να παρατηρούν τις κινήσεις του εχθρικού στόλου που πλησίαζε . Ο Τριπολίτης αφιέρωσε λίγο χρόνο στο να μελετήσει την άμυνα της πόλης ώστε να βρει πρόσφορο σημείο για να εξαπολύσει την επίθεση των δυνάμεων του [13]. Με το πλοίο του έκανε το γύρο των τειχών ενώ τα υπόλοιπα πλοία παρέμεναν αγκυροβολημένα στα ανοικτά [14].
Απευθείας προσβολή του λιμανιού ήταν δύσκολο να γίνει αφού υπήρχε και προστατευτική αλυσίδα , αλλά παράλληλα είχαν οι Βυζαντινοί προνοήσει ώστε να προχωρήσουν στην αυτοβύθιση μερικών πλοίων ώστε να φραχθεί αποτελεσματικά η είσοδος του .[15]  Έτσι αποφάσισε να επιτεθεί κατά των θαλασσίων τειχών και έστρεψε τους άντρες του προς τα εκεί οι οποίοι μετέφεραν σκάλες για να καταφέρουν να ανέβουν σε αυτά . Όμως καθώς κολυμπούσαν για να φθάσουν εκεί ήταν εύκολος στόχος για τους αμυνόμενους τοξότες που έσπειραν το θάνατο στους επιδρομείς[16] . Παράλληλα ο στρατηγός Νικήτας διέτρεχε τα τείχη και προσπαθούσε να εμψυχώσει τους υπερασπιστές τους ενώ φρόντισε να κατανείμει τους πιο αξιόμαχους υπασπιστές τους ανάμεσα τους[17] . Οι Άραβες παρότι είχαν υποστεί απώλειες δεν εγκατέλειψαν τις επιθέσεις τους και συνέχισαν να εξαπολύουν εφόδους κατά των τειχών , μάταια όμως αφού όλες αποκρούστηκαν . Έτσι το βράδυ αναγκάστηκαν να αποσυρθούν αλλά φρόντισαν να κρατούν τους αμυνόμενους σε αγωνία αφού άναψες μεγάλες φωτιές και έκαναν πως προετοίμαζαν τις πολιορκητικές τους μηχανές για νυκτερινή επίθεσή ή για κάποια αιφνιδιαστική πρωινή έφοδο [18]. Ήταν επόμενο ασφαλώς να υπάρχει αυξημένη επαγρύπνηση από τους Θεσσαλονικείς εκείνο το βράδυ ενώ και το ηθικό τους ήταν ανεβασμένο από την σχετικά εύκολη απόκρουση των επιθέσεων της πρώτης μέρας της πολιορκίας [19].
Η δεύτερα μέρη της πολιορκίας αποδείχθηκε πολύ δυσκολότερη από πολύ νωρίς μάλιστα . Με το πρώτο φως της ημέρας οι Άραβες επιτέθηκαν αλλά με διαφορετική τακτική . Αντί για επιθέσεις σε ένα και μόνο σημείο , εξαπέλυσαν τοπικές εφόδους σε πολλά σημεία των τειχών για να διασπάσουν την προσοχή των υπερασπιστών με την προοπτική να επιτύχουν ένα ευκαιριακό ρήγμα που θα τους επέτρεπε να διεισδύσουν στην πόλη . Έκαναν εκτεταμένη χρήση τοξευμάτων αλλά και πετροβόλων μηχανών που είχαν κατασκευάσει στη Θάσο λίγο καιρό πριν καθώς προετοιμάζονταν για την επίθεση στη Θεσσαλονίκη [20]. Οι επτά καταπέλτες τους επικέντρωσαν όμως τις βολές τους κατά της Πύλης της Ρώμης με προφανή στόχο να την ρίξουν ή να δημιουργήσουν ρήγμα που να επιτρέπει έφοδο[21] . Αυτή τη φορά οι Άραβες έφτασαν κοντά στο στόχο τους αφού κατάφεραν να πλησιάσουν με τις σκάλες τους στα τείχη αλλά κάθε προσπάθεια τους να ανεβούν απέβη άκαρπη αφού οι αμυνόμενοι φόνευαν όσους ανέβαιναν [22]
Βλέποντας πως οι σκάλες και οι πολιορκητικές μηχανές δεν αρκούσαν για να παραβιαστούν τα τείχη και οι αμυνόμενοι μάχονταν σθεναρά προχώρησαν σε ένα άλλο σχέδιο .  Θα έβαζαν φωτιά σε δύο από τις πύλες του ανατολικού τείχους και αφού τις έκαιγαν θα ήταν εύκολο να διεισδύσουν στην πόλη αφού δεν θα υπήρχε πια κάτι για να τους σταματήσει . Αν έπεφτε επομένως το προτείχισμα και οι μεγάλες πύλες του , το εσωτερικό τείχος δεν θα επαρκούσε για άμυνα [23].
Για αυτό το σχέδιο τους χρησιμοποίησαν μεγάλες άμαξες πάνω στις οποίες τοποθέτησαν μικρά αλιευτικά σκάφη στα οποία αφού τα αναποδογύρισαν τις γέμισαν με φρύγανα εμποτισμένα με θειάφι και πισσα ώστε να είναι εύφλεκτα . Προστατευμένοι από τις άμαξες και τις ασπίδες τους έφτασαν κοντά στις πύλες και τότε έβαλαν φωτιά . Έπειτα υποχώρησαν καλυπτόμενοι ως την ασφάλεια που τους παρείχαν οι φίλιοι τοξότες πίσω στις γραμμές τους . Από εκεί μπορούσαν με ευχαρίστηση να παρακολουθούν το σχέδιο τους να υλοποιείται καθώς σύντομα οι δύο πύλες καταστράφηκαν από τη φωτιά [24]. Αυτό το γεγονός τρομοκράτησε τους κατοίκους που έπρεπε να βρουν γρήγορα αντίμετρα καθώς ήταν προφανές πως οι Άραβες θα ήταν σε θέση να χρησιμοποιήσουν το ίδιο τέχνασμα και για τις πύλες του εσωτερικού τείχους [25].  Προχώρησαν λοιπόν στην κατασκευή τειχισμάτων στην εξωτερική πλευρά των πυλών ώστε να είναι αδύνατο να φτάσει η φωτιά ως αυτές ενώ μετέφεραν νερό μέσα σε καζάνια  για να μπορούν να σβήνουν έγκαιρα τις φλόγες αν  απειλούσαν τις πύλες [26]. Η κίνηση των αμυνομένων έγινε όμως αντιληπτή από τους πολιορκητές που δεν επανέλαβαν το σχέδιο τους αλλά αρκέστηκαν σε βολές τοξευμάτων και χρήση των καταπελτών τους μέχρι που νύχτωσε και έπαυσαν οι πολεμικές επιχειρήσεις[27] .
Φάνηκε λοιπόν πως και αυτή η επίθεση των επιδρομέων είχε αποκρουστεί και ίσως για τους αμυνόμενους η αισιοδοξία επανήλθε ως ένα βαθμό . Όμως δεν γνώριζαν πως οι πολιορκητές ήταν αποφασισμένοι να παίξουν το τελευταίο τους χαρτί , εφαρμόζοντας το πλέον  φιλόδοξο από τα σχέδια τους . Αν αποτύγχανε και αυτό θα γύριζαν πίσω στο ορμητήριο τους αφού ασφαλώς τιμωρούσαν τους υπαίτιους για την αποτυχία[28] .
Το ύστατο σχέδιο τους ήταν πολύ πιο σύνθετο από οτιδήποτε άλλο είχαν δοκιμάσει ως τότε στις δύο μέρες της πολιορκίας . Θα ήταν μια απευθείας επίθεση των πλοίων τους κατά των θαλασσίων τειχών . Πως θα γινόταν όμως αυτό ; Αφού άναψαν πολλές φωτιές έζευξαν ανά δύο τα πλοία τους , το ένα δίπλα στο άλλο , απόλυτα ενωμένα . Με σχοινιά και αλυσίδες έδεσαν τα πλάγια των πλοίων ώστε να μην μπορούν να χωριστούν ενώ με τα ξάρτια ύψωσαν τα κατάρτια και στη συνέχεια κρέμασαν στον αέρα τα πηδάλια του κάθε πλοίου και κατόρθωσαν να υψώσουν με τη βοήθεια σχοινιών τα κουπιά σε όλο το μήκος του καταστρώματος που διέτρεχαν αυτά [29]. Ουσιαστικά με αυτό το τέχνασμα κατάφεραν να φτιάξουν σε κάθε πλοίο και από έναν πύργο πιο ψηλό από τους αντίστοιχους των θαλασσίων τειχών ώστε να μπορούν από εκεί να πολεμούν τοξότες , βάλλοντας με ευκολία κατά των αμυνομένων στην ξηρά , ενώ θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν και ένα είδος εκρηκτικού μίγματος με το οποίο είχαν γεμίσει αρκετά πήλινα σκεύη με στόχο να κατακάψουν τους ξύλινους αμυντικούς πύργους των τειχών[30] .
Έτσι ήλπιζαν πως η πλεονεκτικότερη θέση που θα είχαν έναντι των αμυνομένων αφού θα βρίσκονταν σε μεγαλύτερο ύψος θα τους έδινε την κρίσιμη υπεροχή για να καταφέρουν να φτάσουν ως τα τείχη και να εξουδετερώσουν τους υπερασπιστές τους[31].
Δυστυχώς για τους Θεσσαλονικείς ήταν υποχρεωμένοι να παρακολουθούν όλες τις προετοιμασίες των εχθρών τους μέσα στον φόβο γιατί όλα αυτά που έκαναν οι τελευταία ήταν σε μικρή απόσταση από τα τείχη , ενώ οι μεγάλες φωτιές που έκαιγαν σίγουρα δεν ήταν και η πιο ελπιδοφόρα εικόνα για εκείνες τις δύσκολες ώρες . Τότε ήταν που το ηθικό των αμυνομένων κλονίστηκε για πρώτη και τελευταία φορά . Πίστεψαν πως ήταν αδύνατο πλέον να σωθούν και η Θεία Θέληση επέβαλε το θάνατο τους πέρα από κάθε δικιά τους προσπάθεια . Κάποιοι ελάχιστοι που διατηρούσαν το θάρρος τους έψαχναν τρόπους για να παρεμποδίσουν το σχέδιο των Αράβων , ουσιαστικά απαντώντας με το ίδιο νόμισμα , δηλαδή με τη χρήση εύφλεκτων υλικών που θα εξαπέλυαν κατά των πλοίων που θα προσέγγιζαν τα τείχη [32].
Ξημέρωνε πια η τρίτη ημέρα της πολιορκίας όταν οι Σαρακηνοί έθεσαν σε εφαρμογή το τελευταίο και πλέον επικίνδυνο σχέδιο τους . Με τρόμο οι Θεσσαλονικείς έβλεπαν τα ζεύγη των πλοίων να προσεγγίζουν αργά προς τα τείχη με τους υπερυψωμένους πύργους τους να ξεχωρίζουν . Πάνω στους πύργους βρίσκονταν πολεμιστές με τόξα , πέτρες και κιούπια γεμάτα με εύφλεκτα υλικά . Υπήρξαν κάποιοι ανάμεσα στους υπερασπιστές που εκείνες τις κρίσιμες στιγμές προσπάθησαν να αμυνθούν και εξαπέλυσαν τοξεύματα κατά των αραβικών πλοίων αλλά και εύφλεκτα υλικά , όμως ήταν απελπιστικά λίγοι καθώς η πλειοψηφία των προτίμησε να εγκαταλείψει τα τείχη αναζητώντας τη σωτηρία [33].
Αυτή η ξαφνική χαλάρωση της άμυνας λειτούργησε θετικά τους επιτιθέμενους που έβλεπαν πως οι πολιορκημένοι είχαν καταρρεύσει ψυχολογικά πολύ πριν επέλθει ουσιαστικά το αποφασιστικό πλήγμα από την πλευρά τους . Επικέντρωσαν τις προσπάθειες τους στο τμήμα των τειχών που ήταν το πλέον εξασθενημένο και υπήρχε και το απαραίτητο βάθος στη θάλασσα ώστε να μπορούν να προσεγγίσουν τα πλοία τους ώστε η πλώρη να είναι δυνατό να τα αγγίξει[34] . Καθώς πλησίαζαν δέχθηκαν ασθενή τοξεύματα από τους αμυνομένους που δεν ήταν πλέον ικανά να τους αποτρέψουν από το να πετύχουν τον πολυπόθητο στόχο τους [35]. Έτσι παρά τις τελευταίες προσπάθειες κάποιων λίγων υπερασπιστών της πόλης οι Άραβες κατάφεραν να φτάσουν στα θαλάσσια τείχη και να εξαπολύσουν από κοντά το εμπρηστικό τους μίγμα αλλά και τοξεύματα και πέτρες που προκαλώντας τρόμο στους ελάχιστους αμυνόμενους σε εκείνο το σημείο που με τη σειρά τους έσπευσαν να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους καθώς οι επιτιθέμενοι αποβιβάζονταν για να δώσουν την τελική μάχη[36] . Η θέα των άδειων προμαχώνων εν μέρει τους αιφνιδίασε καθώς γεννήθηκε μέσα τους η σκέψη μήπως ετοίμαζαν οι κάτοικοι κάποια ενέδρα ή τέχνασμα και αρχικά η προώθηση τους στην πόλη καθυστέρησε .
Όταν έπειτα από λίγο διαλύθηκε κάθε αμφιβολία πως πια η πόλη ήταν στο έλεος τους ειδοποίησαν και τα υπόλοιπα πλοία που με τη σειρά τους ξεκίνησαν να αποβιβάζουν στρατό για την τελική εκκαθάριση[37] .
Ήταν το τέλος της πολιορκίας.
Αυτό που θα ξεκινούσε ήταν μια σφαγή δίχως όρια , αφού οι Σαρακηνοί δεν ήταν διατεθειμένοι να δείξουν έλεος έπειτα από τις απώλειες που είχαν υποστεί κατά την τριήμερη πολιορκία της πόλης . Για τους Θεσσαλονικείς το όργιο βίας και αίματος θα σταματούσε μέρες μετά , σφραγίζοντας την μεγαλύτερη καταστροφή που είχε βρει την πόλη για εκατοντάδες χρόνια .


Σάββατο 12 Φεβρουαρίου 2011

Περιοδικά Βυζαντινολογίας

Σημαντικά βοηθήματα για τον κάθε μελετητή της Βυζαντινής ιστορίας είναι τα εξειδικεύμενα περιοδικά , ελληνικά ή και ξένα που δημοσιεύουν σε διάφορες γλώσσες άρθρα πάνω σε πλειάδα ζητημάτων , όπως η φιλολογία , η σφραγιδολογία , διπλωματία , διπλωματική , οικονομία , πολιτισμός , στρατιωτικά θέματα αλλά και βιβλιοκρισίες.

Το μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα παρακάτω :

Ελληνικά :

1) Βυζαντινά :  Επιστημονικό Όργανο Φιλοσοφικής Σχολής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης , Θεσσαλονίκη 1969 και εξής 
2) Βυζαντιακά :  Επιστημονικό Όργανο Ελληνικής Ιστορικής Εταιρείας  , Θεσσαλονίκη 1981 και εξής
3) Βυζαντινά Σύμμεικτα : Περιοδικό του Ινστιτούτου Βυζαντινών Ερευνών , Αθήνα 1966 και εξής

Ξένα :
1) Byzantinische Zeitschrift (BZ) : Στα γερμανικά κυρίως αλλά και με πολλά αγγλικά (και όχι μόνο) άρθρα , εκδίδεται σε Μόναχο και Λειψία απο το 1892 και έπειτα.
2) Byzantinoslavica : Εκδίδεται στην Πράγα απο το  1929 εως και σήμερα δίχως διακοπή , περιλαμβάνει άρθρα σε πολλές γλώσσες (γαλλικά , αγγλικά , γερμανικά κτλ)
3) Βyzantion : Γαλλικό περιοδικό αλλά με άρθρα και στα αγγλικά
4) Jahrbuch der Österreichischen Byzantinistik , αυστριακό περιοδικό πολύγλωσσο επίσης




Σε γενικές γραμμές είναι τα περιοδικά που βρίσκει κάποιος πιο εύκολα σε εξειδικευμένες βιβλιοθήκες πανεπιστημίων και χρησιμοποιούνται κατα κόρον λόγω της εγγυρότητας των άρθρων που φιλοξενούν.

Παρασκευή 4 Φεβρουαρίου 2011

Η ίδρυση της Κωνσταντινούπολης

Ο Μέγας Κωνσταντίνος μετά τη νίκη του επί του συναυτοκράτορα του Λικινίου στη Χρυσούπολη  στις 18 Σεπτεμβρίου του 324 μ.Χ την αιχμαλωσία του τελευταίου έγινε ο απόλυτος και πέρα από κάθε εσωτερική αμφισβήτηση κυρίαρχος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας . Ως διορατικός ηγέτης ο Κωνσταντίνος είχε αντιληφθεί από νωρίς πως έπρεπε να γίνουν αλλαγές στη δομή του Κράτους ώστε να εξασφαλιστεί η επιβίωση του μακροπρόθεσμα . Μία από τις αλλαγές θα ήταν και η μεταφορά της πρωτεύουσας από τη Ρώμη σε κάποια άλλη πόλη στο ανατολικό τμήμα της Αυτοκρατορίας 
Αυτή η απόφαση του δεν στερείτο λογικής. Υπήρχαν πολλοί λόγοι που τον ανάγκασαν να σκεφτεί έτσι και επέβαλαν μια τέτοια ενέργεια , και ήταν οι παρακάτω :
·         Η Ρώμη πλέον ήταν μια μη λειτουργική πρωτεύουσα αφού βρισκόταν μακριά από τις εξελίξεις . Αποστασίες και πόλεμοι που διεξάγονταν στην περιφέρεια του Κράτους ουσιαστικά έφταναν ως ένας μακρινός απόηχος .
·         Μετά την επέκταση των συνόρων της Αυτοκρατορίας προς τον Βορρά μέχρι τον Δούναβη και στην Ανατολή μέχρι την Περσία (μαζί με την άνοδο των Σασανιδών που είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του κινδύνου στην περιοχή) ήταν φανερό πως πλέον το μέλλον και η επιβίωση της Αυτοκρατορίας θα διακυβεύονταν στην Ανατολή και όχι στη Δύση .
·         Η πολιτική και κοινωνική αναρχία που επί χρόνια ταλάνιζε το Κράτος καθιστούσε επιτακτική την ανανέωση της Αυτοκρατορίας (renovatio imperii) ώστε να μπει ένας φραγμός στην παρακμή της . Εφόσον μάλιστα παραδοσιακά στοιχεία του Ρωμαϊκού Κράτους είχαν πλέον απωλέσει τη σημασία τους , όπως για παράδειγμα η Σύγκλητος ή πολύ περισσότεροι θεσμοί της παλαιάς δημοκρατίας έπρεπε ο αυτοκράτορας ως σύμβολο ενότητας και σταθερότητας να προσδώσει μια νέα ταυτότητα και προοπτική στο Κράτος . Αυτό θα μπορούσε να συμβεί με δομικές αλλαγές και αναθεώρηση στοιχείων που πλέον ήταν αναχρονιστικά . Αναμφίβολα ο Μέγας Κωνσταντίνος έπρεπε να βρει στηρίγματα για να επιτύχει η προσπάθεια του για ανάκαμψη του Κράτους και ως το πλέον ισχυρό φάνταζε ο Χριστιανισμός .
·         Επομένως η νέα πρωτεύουσα θα έπρεπε να βρίσκεται σε περιοχή με ακμαίο χριστιανικό φρόνημα , κατά κύριο λόγο στην ελληνική Ανατολή , μακριά από μέρη που είχαν υποστεί φθορά στη συνείδηση των υπηκόων του Κράτους .


Σάββατο 29 Ιανουαρίου 2011

Οι πόλεμοι του Βυζαντίου

Οι πόλεμοι του Βυζαντίου
Μάχες και εκστρατείες της βυζαντινής εποχής
The byzantine wars

Περιγραφή

Στα μέσα του έκτου αιώνα ο Βυζαντινός αυτοκράτορας κυβερνούσε μια πανίσχυρη αυτοκρατορία που εκτεινόταν σε περιοχές της Ευρώπης, της Ασίας και της Βόρειας Αφρικής. Μέσα σε εκατό χρόνια η ισχυρή αυτή αυτοκρατορία είχε χάσει τις μισές από τις κτήσεις της. Δύο αιώνες αργότερα, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία είχε επανέλθει και πάλι δυναμικά στο προσκήνιο ως κυρίαρχη δύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Βαλκανική Χερσόνησο, ο μυθικός πλούτος της οποίας προσέλκυε στους στρατούς της μισθοφόρους Βίκινγκς και πολεμιστές νομάδες από τις στέπες της Κεντρικής Ασίας. Και μόνο η εμφάνιση αυτών των στρατευμάτων στο πεδίο της μάχης προκαλούσε δέος και πανικό και οδηγούσε τους εχθρούς σε άμεση υποχώρηση και διαπραγματεύσεις.
Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία παραμένει για το σημερινό μέσο αναγνώστη αινιγματική, αν όχι για άλλο λόγο, τουλάχιστον, για τις δραματικές διακυμάνσεις στις πολιτικές της τύχες και το ρομαντικό της τέλος, το 1453, όταν ο τελευταίος αυτοκράτορας, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, σκοτώθηκε στα τείχη της σε μια, μέχρις εσχάτων, μάχη με τα επίλεκτα οθωμανικά σώματα των γενιτσάρων που εισέβαλαν στην πολιορκημένη Κωνσταντινούπολη, μια πόλη που, στη διάρκεια της χιλιόχρονης ιστορίας της, δεν είχε αλωθεί ποτέ από άμεση έφοδο. 
Συγγραφέας: Haldon John
Υπεύθυνος Σειράς: Μπλέτας Μάριος
Ένα βιβλίο στα ελληνικά που δεν πρέπει να λείπει απο καμιά βιβλιοθήκη. Εκτός των περιγραφών των μαχών ο συγγραφέας παραθέτει πλούσια βιβλιογραφία που επιτρέπει στον οποιονδήποτε να διευρύνει τα πλαίσια της έρευνας του δίχως περιορισμούς . 

Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011

Το Υγρόν Πυρ

Το υγρό πυρ (λεγόμενο επίσης πυρ θαλάσσιον, μηδικόν πυρ, πολεμικόν πυρ, πυρ λαμπρόν, πυρ ρωμαϊκόν ή πυρ σκευαστόν) και γνωστό στους Δυτικούς ως ελληνικό πυρ (Λατ. ignis graecus, αγγλ. Greek fire) ήταν ένα εμπρηστικό όπλο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, που εφευρέθηκε τον ύστερο 7ο αιώνα μ.Χ.. Εκτοξευόμενο από καταπέλτες, αλλά κυρίως από πεπιεσμένους σίφωνες, το υγρό πυρ είχε την ιδιότητα να μην σβήνει στο νερό. Ως εκ τούτου, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην απόκρουση των αραβικών πολιορκιών της Κωνσταντινούπολης, και σε αρκετές ναυτικές συμπλοκές με τους Άραβες και τους Ρως. Περιβαλλόταν με άκρα μυστικότητα, με αποτέλεσμα να αγνοούμε σήμερα την ακριβή σύστασή του. Το βυζαντινό υγρό πυρ δεν πρέπει να συγχέεται με παρόμοιες εμπρηστικές ουσίες που χρησιμοποίησαν οι Άραβες και άλλα κράτη, και που στη διεθνή βιβλιογραφία συνήθως αναφέρονται συλλογικά ως «ελληνικό πυρ».


Το βιβλίο ίσως που περιγράφει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τόσο τη σύνθεση όσο και την εξέλιξη και χρήση του υγρού πυρός είναι αυτό του Καθηγητή ΒυζαντινήςΙστορίας του Α.Π.Θ  κ. Θ.Κορρέ , "Υγρόν Πυρ ,Ένα όπλο της βυζαντινής ναυτικής τακτικής" 



Εκδότης: Βάνιας
Σειρα: Εταιρεία Βυζαντινών Ερευνών
Έτος Έκδοσης: 1995
Σελίδες : 188

Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2011

The Grand Strategy of the Byzantine Empire/H Yψηλή στρατηγική της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας

Για να επιβιώσει μια Αυτοκρατορία για περισσότερα απο χίλια χρόνια δεν αρκεί ασφαλώς η στρατιωτική ισχύς αλλά ένας συγκερασμός πρακτικών όπως η διπλωματία , η στρατηγική θεώρηση της εκάστοτε κατάστασης και η έγκαιρη πρόνοια για ζητήματα τα οποία θα μπορούσαν να ανακύψουν σε βάθος χρόνου.

Το εξαιρετικό βιβλίο του Έντουαρντ Λούτβακ παρουσιάζει την "Υψηλή Στρατηγική"  λοιπόν της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.


Λεπτομέρειες


  • Μορφή: Hardback





  • Έτος Έκδοσης: 2009





  • Εκδότης: Harvard University Press



  • Αριθμός σελίδων: 512

    Ποιες ήταν λοιπόν ήταν οι στρατηγικές που βοήθησαν την Ανατολική Ρωμαική Αυτοκρατορία να επιβιώσει για περισσότερο απο το διπλάσιο διάστημα σε σχέση με την Δυτική Ρωμαική Αυτοκρατορία ; Ακόμη και με την πλέον μετριοπαθή προσέγγιση ο χρόνος ζωής της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ανάγεται σε 800 χρόνια , ένα εξωπραγματικό νούμερο για να οφείλεται αποκλειστικά στις συγκυρίες και τους πολέμους. 
    Αυτό που αυξάνει ακόμη περισσότερο το θαυμασμό είναι το γεγονός πως το Βυζάντιο δεν ευνοήθηκε ούτε απο τη γεωγραφική του θέση (περικυκλωμένο απο εχθρούς)  , ούτε απο την ισορροπία δυνάμεων ως προς το στρατιωτικό σκέλος (εκτός απο ορισμένες περιόδους) . Το Βυζάντιο επιβίωσε τόσο πολύ γιατί αυτοί που είχαν την εξουσία κάθε φορά είχαν τη δυνατότητα να αντιμετωπίζουν τα νέα προβλήματα που ανέκυπταν (όπως πχ ανταγωνιστικοί νέοι εξωτερικοί εχθροί) με διαφόρους τρόπους και όχι απαραίτητα με στρατιωτικά μέσα . Στηρίχθηκε λοιπόν στην στρατιωτική ισχύ και περισσότερο στην πειθώ της διπλωματίας , στην δημιουργία συμμαχιών , στην προληπτική άσκηση απειλών για εξάλειψη μελλοντικού κινδύνου αλλά και στο να δημιουργεί διαμάχες ανάμεσα στους εχθρούς του ώστε να μένουν διαρκώς απασχολημένοι . 
    Ακόμη και όταν χρειάστηκε οι Βυζαντινοί να πολεμήσουν το έκαναν με μεγάλη επιδεξιότητα και κυρίως για να περιορίσουν τους εχθρούς τους και όχι για να τους καταστρέψουν ολοκληρωτικά και αυτό διότι γνώριζαν πως ο εχθρός του σήμερα ίσως αποτελέσει το σύμμαχο του αύριο . Γεννημένη τον 5ο αιώνα όταν η φοβερή απειλή των Ούννων του Αττίλα αντιμετωπίστηκε με ελάχιστες δυνάμεις, η Βυζαντινή στρατηγική εξελίχθηκε σταδιακά στο βάθος των χρόνων και μέχρι την τελειοποίηση της και μπορεί να αποτελέσει έναν οδηγό για τις σύγχρονες πολιτικές επιστήμες , ακόμη και για τον επηρεασμό κρατικών πολιτικών σε ζητήματα διεθνών σχέσεων ...

    Με λίγα λόγια , ένα ενδιαφέρον βιβλίο με αρκετές προσεγγίσεις που σίγουρα δίνουν απαντήσεις για το πως θα πρέπει να σκέφτεται και να λειτουργεί μια σύγχρονη υπερδύναμη.


    English

    In this book, the distinguished writer Edward Luttwak presents the grand strategy of the eastern Roman empire we know as Byzantine, which lasted more than twice as long as the more familiar western Roman empire, eight hundred years by the shortest definition. This extraordinary endurance is all the more remarkable because the Byzantine empire was favored neither by geography nor by military preponderance. Yet it was the western empire that dissolved during the fifth century. The Byzantine empire so greatly outlasted its western counterpart because its rulers were able to adapt strategically to diminished circumstances, by devising new ways of coping with successive enemies. It relied less on military strength and more on persuasion - to recruit allies, dissuade threatening neighbors, and manipulate potential enemies into attacking one another instead. Even when the Byzantines fought - which they often did with great skill - they were less inclined to destroy their enemies than to contain them, for they were aware that today's enemies could be tomorrow's allies. Born in the fifth century when the formidable threat of Attila's Huns were deflected with a minimum of force, Byzantine strategy continued to be refined over the centuries, incidentally leaving for us several fascinating guidebooks to statecraft and war. "The Grand Strategy of the Byzantine Empire" is a broad, interpretive account of Byzantine strategy, intelligence, and diplomacy over the course of eight centuries that will appeal to scholars, classicists, military history buffs, and professional soldiers.





    Τρίτη 18 Ιανουαρίου 2011

    BYZANTIUM 1200 - Ταξίδι στην βυζαντινή Κωνσταντινούπολη

    Μια εξαιρετικά σημαντική όσο και φιλόδοξη προσπάθεια επιτελείται μέσα από το πρόγραμμα Byzantium 1200 . 
    Κάτω από την διεύθυνση του Albrecht Berger  η ομάδα του προγράμματος επιχειρεί να αποδώσει με την μεγαλύτερη δυνατή πιστότητα τα μνημεία της Βυζαντινής Κωνσταντινούπολης . Για όλους εμάς που θέλουμε να δούμε πως πραγματικά ήταν τα κύρια σημεία ενδιαφέροντος της Βασιλεύουσας αυτή η δουλειά είναι πολύτιμη το δίχως άλλο .
    Ανάμεσα στα μνημεία που έχουν αναδημιουργηθεί κυριολεκτικά εκ του μηδενός είναι τα παρακάτω :
    • Το Μέγα Παλάτιον
    • Βλαχέρνες
    • Ιππόδρομος
    • Φόρος του Κωνσταντίνου
    • Θεοδοσιανά Τείχη
    • Αγία Σοφία
    • Μαγναύρα
    • Χαλκή Πύλη
    • Χρυσή Πύλη
    • Μονή της Χώρας 
    και άλλα πολλά . Εντυπωσιάζει ιδιαίτερα η δουλειά που έχει γίνει για τον Ιππόδρομο αφού μέχρι τώρα είχαμε μόνο προσεγγίσεις επι χάρτου και όχι κάποιο ακριβές ψηφιακό δείγμα .


    Παρατίθενται ενδεικτικά μερικές εικόνες 








    Τα σχόλια περισσεύουν , για περισσότερες εικόνες , επισκεφθείτε τη σελίδα και θα νιώσετε σα να βρίσκεστε και σεις ίσως σε μια γωνιά της Κωνσταντινούπολης της καρδιάς μας .


    http://www.arkeo3d.com/byzantium1200/contents.html

    Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2011

    Οικονομική ιστορία του Βυζαντίου

    Ίσως το σημαντικότερο βοήθημα για την οικονομική ιστορία του Βυζαντίου (με την ευρύτερη έννοια της οικονομίας αφού καλύπτει πολλές συναφείς δραστηριότητες) αποτελεί το συλλογικό έργο " Οικονομική Ιστορία του Βυζαντίου" .

     

    Σύντομη Περιγραφή

    Η Βυζαντινή αυτοκρατορία στήριζε την ισχύ και τη διάρκειά της σε μια οικονομία με ενδιαφέρουσες και συχνά πολυσύνθετες δομές. Παρόλο που υπήρχαν πολλές μελέτες για διάφορες όψεις της βυζαντινής οικονομίας, έλειπε ωστόσο μέχρι τώρα ένα συνθετικό έργο που να μελετάει την οικονομία του Βυζαντίου ως σύνολο και να δίνει μιαν ολοκληρωμένη εικόνα των δομών, της διάρθρωσης και της εξέλιξής της μέσα στο χρόνο. Αυτό το κενό φιλοδοξεί να καλύψει η "Οικονομική ιστορία του Βυζαντίου", ένα συλλογικό έργο που συγκεντρώνει και συνθέτει τα πορίσματα των κλάδων της οικονομικής ιστορίας, της νομισματικής, της αρχαιολογίας, της γωγραφίας/γεωλογίας, της ιστορίας της τέχνης, των θεσμών και του δικαίου για τους βυζαντινούς μεσαιωνικούς χρόνους από τον 7ο έως τον 15ο αιώνα. Οι συγγραφείς αυτού του έργου μελετούν, μεταξύ άλλων, τους δημογραφικούς παράγοντες, τις φυσικές και τεχνολογικές συνθήκες της παραγωγής, τις πλουτοπαραγωγικές πηγές, τις δομές και την οργάνωση της παραγωγής στην αγροτική οικονομία και την οικονομία των πόλεων, τον οικονομικό ρόλο του κράτους και τα δημοσιονομικά φαινόμενα, την κατανάλωση, τις επενδύσεις και τους πιστωτικούς μηχανισμούς, τις τιμές, τους τρόπους ανταλλαγής, το εσωτερικό και το εξωτερικό εμπόριο, την παραγωγή και την κυκλοφορία των νομισμάτων, τους θεσμούς της ιδιοκτησίας και των συναλλαγών, όψεις του πρακτικού δικαίου της οικονομίας, την οικονομική ιδεολογία και τη θέση της βυζαντινής οικονομίας στον μεσαιωνικό κόσμο της Μεσογείου. Οι αναλύσεις τους αμφισβητούν την εικόνα μια οικονομίας με αρχαϊκές δομές, που ελέγχεται και διοικείται μονοπωλιακά από την κρατική εξουσία και δεν εξελίσσεται. Συγκλίνουν αντίθετα στο συμπέρασμα ότι η βυζαντινή οικονομία επέδειξε κατά περιόδους αξιοσημείωτη προσαρμοστικότητα, και για μακρά χρονικά διαστήματα ο συνδυασμός κρατικής και ιδιωτικής δραστηριότητας λειτούργησε αποτελεσματικά, διασφαλίζοντας τόσο την οικονομική πρόοδο όσο και τη σταθερότητα.


    Περιέχονται τα κείμενα:


    - Gilbert Dagron , "Η αστική οικονομία από τον 7ο έως τον 12ο αιώνα"

    - Klauss-Peter Matschke, "Η οικονομία των πόλεων κατά την υστεροβυζαντινή εποχή (13ος-15ος αιώνας)"
    - Χαράλαμπος Μπούρας, "Απόψεις των βυζαντινών πόλεων από τον 8ο έως τον 15ο αιώνα"
    - Paul Magdalino, "Μεσαιωνική Κωνσταντινούπολη: κτισμένο περιβάλλον και αστική ανάπτυξη"
    - Χαράλαμπος Μπούρας, "Αρχιμάστορες, τεχνίτες και οικοδομικές δραστηριότητες"
    - Anthony Culter, "Η παραγωγή έργων τέχνης"
    - Νίκος Οικονομίδης, "Γραφική ύλη, έγγραφα, βιβλία"
    - Veronique Francois, Jean-Michel Spieser, "Η κεραμική και το γυαλί στο βυζάντιο"
    - Christopher Entwistle, "Βυζαντινά σταθμία"
    - Clive Foss, Jane Ayer Scott, "Σάρδεις"
    - Klaus Rheidt, "Η αστική οικονομία της Περγάμου"
    - Ασπασία Λούβη - Κίζη, "Θήβα"
    - Μαρία Καζανάκη - Λάππα, "Μεσαιωνική Αθήνα"
    - G.D.R. Sanders, "Κόρινθος"
    - Βάσω Πέννα, "Η νομισματική κυκλοφορία στην Κόρινθο (970-1204)"
    - Anne Bortoli , Michel Kazanski, "Η Χερσώνα και η περιοχή της"
    - Ivan Jordanov, "Πρεσλάβα"
    - Konstantin Dochev, "Τίρναβο"
    - Αγγελική Ε. Λαΐου, "Οικονομικές και μη οικονομικές ανταλλαγές"
    - Αγγελική Ε. Λαΐου, "Οι ανταλλαγές και το εμπόριο από τον 7ο έως τον 12ο αιώνα"
    - Klauss-Peter Matschke, "Ανταλλαγές, εμπόριο, αγορές και χρήμα (13ος-15ος αιώνας)"
    - John Day, "Το εμπόριο στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα"
    - Cecile Morrisson , Jean-Claude Cheynet, "Τιμές και αμοιβές στον βυζαντινό κόσμο"
    - Χάρις Α. Καλλιγά, "Μονεμβασία (7ος-15ος αιώνας)"
    - Doorninck Van Frederick, "Βυζαντινά ναυάγια" 



    Έτος έκδοσης  :  2006
    ISBN  :  960-250-356-4
    Σελίδες  :  730






    Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2011

    The Oxford Dictionary of Byzantium (ODB)

    Σε προηγούμενη ανάρτηση αναφερθήκαμε στα βασικά βοηθήματα που μπορεί να χρησιμοποιήσει κάποιος για να κάνει ένα ξεκίνημα στη Βυζαντινή Ιστορία . 

    Σε αυτήν την ανάρτηση θα παρουσιάσουμε ένα έργο απαραίτητο , εξίσου ή και περισσότερο με τις γενικές Ιστορίες. Το Oxford Dictionary of Byzantium ή απλά ODB για τους χρήστες του . Πρόκειται για ένα λεξικό που δεν είναι απλά προσωπογραφικό αλλά καλύπτει κάθε πτυχή που ενδιαφέρει ένα μελετητή . Υπο την επίβλεψη του Alexander Kazhdan και την συνδρομή δεκάδων αναγνωρισμένων επιστημόνων απο διαφόρους τομείς (Βυζαντινή Αρχαιολογία , Φιλολογία , Ιστορία , Τέχνη) συγκεντρώθηκαν χιλιάδες λήμματα για αυτοκράτορες , πατριάρχες , πόλεις , τοποθεσίες μαχών , ιδρύματα , θεσμούς , με άλλα λόγια ό,τι χρειάζεται κάποιος για να αυξήσει το εύρος της αναζήτησης του .

    Είναι γραμμένο στα αγγλικά και εκτείνεται σε 3 ογκώδεις τόμους . Το σημαντικότερο όμως στοιχείο που ξεχωρίζουμε σε αυτήν την δουλειά είναι η βιβλιογραφία που υπάρχει κάτω απο κάθε λήμμα και βοηθά τον αναγνώστη να βρει περαιτέρω στοιχεία πάνω σε ένα συγκεκριμένο θέμα . 



    Πάντως για τους περισσότερους είναι μάλλον απλησίαστο για αγορά αφού κοστίζει...κάτι λιγότερο απο 500 ευρώ , αν και σε περιπτώσεις τέτοιες λέμε πως "βγάζει" τα λεφτά του .  Ένα απαραίτητο εργαλείο , στα αγγλικά , και σχετικά σύγχρονο αφού εκδόθηκε το 1991 .

    English

    The Oxford Dictionary of Byzantium (ODB) is the leading tool for every scholar or reader who wants to find out more specialized information about every aspect of Byzantine history.

    1991 Reference Reviews Best Specialist Reference Work

    1992 Choice Outstanding Academic Book

    Edited by Alexander P. Kazhdan

    5,000 entries

    With more than 5,000 entries by an international group of eminent historians, this is the standard research tool on 1,100 years of Byzantine history. Exhaustive in its coverage, entries on patriarchy and emperors coexist with entries on surgery, musical instruments, and the baking of bread, bringing to life this vastly important culture and empire, from the 4th century to the 15th. 


    ----

    Παρασκευή 14 Ιανουαρίου 2011

    Βασικά Βοηθήματα για την Βυζαντινή Ιστορία

    Για τον οποιονδήποτε ερευνητή ή σπουδαστή που θέλει να ασχοληθεί με την Βυζαντινή Ιστορία είναι σημαντικό το να γνωρίζει ορισμένα βασικά έργα που θα τον βοηθήσουν στο να εξοικειωθεί με τον χώρο και να αναζητήσει περαιτέρω βιβλιογραφία , περισσότερο εξειδικεύμενη ανάλογα πάντα με τα ενδιαφέροντα του .

    Ένα έργο-σταθμός στην έρευνα για το τι ήταν αυτό που αποκαλούμε σήμερα Βυζάντιο είναι το τρίτομο πόνημα του Ι.Καραγιαννόπουλου με τίτλο Ιστορια του Βυζαντινού Κράτους.

    Ο πρώτος τόμος καλύπτει την Πρώιμη περίοδο από το 324 έως και το 565 μ.Χ 
    Ο δεύτερος τόμος ασχολείται με την Μέση περίοδο , απο το 565 έως και το 1081 μ.Χ
    Ο τρίτος και τελευταίος τόμος καλύπτει την Ύστερη περίοδο απο το 1081 ως και το 1204 οπότε η Κωνσταντινούπολη καταλαμβάνεται από τους Σταυροφόρους της Δ' Σταυροφορίας.


    Εξίσου σημαντικό έργο του ιδίου είναι Το Βυζαντινό Κράτος , που σε ένα και μόνο ογκώδη τόμο πραγματεύεται ζητήματα διοίκησης , οικονομίας , στρατιωτικής και πολιτικής οργάνωσης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας με τρόπο κατανοητό ενώ υπάρχει πλούσια βιβλιογραφία που ταξινομείται ανά κατηγορία (Στρατός , Οικονομία , Θεσμοί κ.τ.λ) 



    Ανάλογο ενδιαφέρον παρουσιάζει και το επίσης τρίτομο έργο της Αικατερίνης Χριστοφιλοπούλου "Βυζαντινή Ιστορία" που καλύπτει την περίοδο απο 324 έως και το 1204 μ.Χ.


    Στα ελληνικά ακόμη έχουν κυκλοφορήσει και οι ιστορίες μεγάλων ξένων Βυζαντινολόγων όπως :


    ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ (3 ΤΟΜΟΙ)
    1) Το τρίτομο έργο "Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους" του διαπρεπούς Georg Ostrogorsky



    2) Το επίτομο "Σύντομη Ιστορία του Βυζαντίου" του John Julius Norwich .  Καλύπτει όλη την ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μέχρι και την Άλωση της Κωνσταντινούπολης απο τους Οθωμανούς το 1453





    3) Το μνημειώδες έργο του A.A Vasiliev , Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας που καλύπτει το ίδιο χρονικά εύρος με το αντίστοιχο του Norwich που αναφέρθηκε παραπάνω.


    Όλα τα προαναφερθένα έργα είναι πολύτιμα εργαλεία για οποιαδήποτε εργασία θέλει να ξεκινήσει ο οιοσδήποτε ανεξαρτήτως επιπέδου . Άλλωστε η βάση μιας σωστής επιστημονικής εργασίας πρέπει να χτίζεται από τις γενικές ιστορίες και να επεκτείνεται με άλλα έργα ειδικότερου ενδιαφέροντος στην πορεία .  Αλλά και για τον απλό αναγνώστη που ενδιαφέρεται για την Ιστορία και συγκεκριμένα για την Βυζαντινή είναι εξίσου χρήσιμα.

    Καλή Ανάγνωση